Ένα
από τα σοβαρότερα θέματα που σχετίζεται με την υγεία του σκύλου είναι η
ανοσοποίησή του, δηλαδή με απλά λόγια ο εμβολιασμός του. Τα
πλεονεκτήματα του εμβολιασμού είναι τεράστια σε σχέση με τα
μειονεκτήματα που προκύπτουν όταν δεν εμβολιάζονται οι σκύλοι καθόσον
κινδυνεύει άμεσα η υγεία τόσο του ζώου όσο και του ιδιοκτήτη του.
Δυστυχώς, αρκετοί ιδιοκτήτες είτε δεν εμβολιάζουν τους σκύλους τους είτε
να τους εμβολιάζουν μόνοι τους ακολουθώντας εντελώς λανθασμένο
εμβολιακό πρόγραμμα. Επακόλουθο της κατάστασης αυτής είναι πολλά ζώα αν
και «εμβολιασμένα από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες τους» να πεθαίνουν από
λοιμώδη νοσήματα όπως η παρβοεντερίτιδα, η μόρβα ή η ηπατίτιδα.
Ο εμβολιασμός ενισχύει την ανοσία, παράγει αντισώματα και προστατεύει τον σκύλο από λοιμώδη νοσήματα μερικά εκ των οποίων είναι μεταδοτικά στον άνθρωπο (λύσσα, λεπτοσπείρωση, αναπνευστική νόσος). Έτσι όταν ένας λοιμώδης παράγοντας εισέλθει στο σώμα του ζώου και αυτό είναι εμβολιασμένο κατάλληλα τότε τα αντισώματα που έχουν ήδη παραχθεί εξαιτίας του εμβολίου αναγνωρίζουν τον μολυσματικό παράγοντα ως «ξένο σώμα» και τον καταστρέφουν. Στο παρελθόν τα εμβόλια ήταν τέτοιας φύσεως (ζωντανά) που κάτω από ορισμένες συνθήκες προκαλούσαν ελαφρά νόσο στα ζώα. Για αυτόν τον λόγο υπήρχε από παλαιά η φιλοσοφία (ιδιαίτερα μεταξύ της κοινότητας των κυνηγών) ότι καλά είναι να αποφεύγεται ο εμβολιασμός γιατί «ο σκύλος χάνει την όσφρησή του» (!). Σήμερα για να αποφευχθούν αυτές οι παρενέργειες τα μοντέρνα εμβόλια για τον σκύλο είναι είτε «νεκρά» είτε «εξασθενημένα» με αποτέλεσμα να μην προκαλούν νόσο. Ακόμα και αν χρησιμοποιηθούν σε σκύλο άρρωστο ή σε κατάσταση εγκυμοσύνης δεν προκαλούν επιδείνωση της κατάστασης του ζώου.
Ορισμένες μόνο φορές μετά τον εμβολιασμό κουταβιών μπορεί να παρουσιαστεί λίγος πυρετός ή μυικός πόνος που θα έχει ως αποτέλεσμα την παροδική μείωση της όρεξης και την πρόκληση υπνηλίας για μία ή δύο μέρες. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί σε ζώα κάθε ηλικίας αλλεργικό σοκ και έμετος όπως μπορεί να συμβεί και με όλα τα φάρμακα. Ο εμβολιασμός για να είναι αποτελεσματικός θα πρέπει να εφαρμόζεται: αποκλειστικά από κτηνίατρο, να προηγείται κλινική εξέταση του ζώου, να εκτελείται με άσηπτο τρόπο και ο συνδυασμός των εμβολίων να είναι ο κατάλληλος για την ηλικία, την φυλή, το περιβάλλον διαβίωσης και το ανοσολογικό παρελθόν του συγκεκριμένου σκύλου.
Οι σκύλοι θα πρέπει να εμβολιάζονται για: την λύσσα (υποχρεωτικά και από τον ελληνικό νόμο), την παρβοεντερίτιδα, τον ιό της ηπατίτιδας του σκύλου, την μόρβα, τη λεπτοσπείρωση και την αναπνευστική νόσο. Τα εμβόλια ξεκινούν από την ηλικία των 5 εβδομάδων, επαναλαμβάνονται κάθε 3-4 εβδομάδες έως την ηλικία των 5 μηνών και στη συνέχεια γίνονται κάθε 6 ή 12 μήνες (ανάλογα με το εμβόλιο) για το υπόλοιπο της ζωής του σκύλου. Στις παραπάνω χρονικές στιγμές ο συνδυασμός των εμβολίων που θα χορηγηθούν αποφασίζεται από τον κτηνίατρο ανάλογα με τα αποτελέσματα της όλης κλινικής εξέτασης και του ιστορικού του ζώου.
Συνηθέστερα ερωτήματα και «θολά» σημεία σχετικά με τους εμβολιασμούς
Α. Γιατί αποτυγχάνουν οι εμβολιασμοί που δεν γίνονται από κτηνίατρο;
· Γιατί δεν γίνεται το σωστό εμβόλιο στην κατάλληλη ηλικία του ζώου.
· Το εμβόλιο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και απενεργοποιείται ή εξουδετερώνεται κατά το χρονικό διάστημα που αυτό μεταφέρεται από το «μαγαζί» που αγοράστηκε έως την στιγμή που θα γίνει στο ζώο.
· Δεν τηρούνται τα μέτρα ασηψίας.
· Γίνεται σε λάθος σημείο του σώματος του σκύλου.
· Γίνεται σε ζώο που είναι άρρωστο αλλά αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από τον ιδιοκτήτη του
Β. Μπορεί ένας σκύλος να πεθάνει μετά από εμβολιασμό;
ΝΑΙ. Μπορεί να παρουσιαστεί, όπως ισχύει και με όλα τα φάρμακα που κυκλοφορούν, λίγα λεπτά μετά από τον εμβολιασμό αλλεργική αντίδραση και θανατηφόρο πνευμονικό οίδημα. Η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από κτηνίατρο. Για αυτό το λόγο τα εμβόλια πρέπει να εκτελούνται μέσα σε εξοπλισμένο κτηνιατρείο. Σκύλοι με τέτοιο ιστορικό θα πρέπει να εμβολιάζονται κανονικά αλλά νωρίτερα να ενημερώνεται ο κτηνίατρος για το γεγονός αυτό.
Γ. Τα εμβόλια θα πρέπει να είναι μικτά (πολλά εμβόλια σε ένα μπουκαλάκι) ή να γίνονται χωριστά για κάθε νόσημα ένα-ένα;
Μπορεί να γίνεται είτε με τον ένα είτε τον άλλο τρόπο. Είναι θέμα κτηνιάτρου και συνεννόησης σε οικονομικό επίπεδο.
Δ. Μπορεί να εμβολιάζονται έγκυα ζώα;
Ναι μπορεί και πρέπει αλλά σε συνεννόηση με τον κτηνίατρο και σε συγκεκριμένη φάση της εγκυμοσύνης.
Ο εμβολιασμός ενισχύει την ανοσία, παράγει αντισώματα και προστατεύει τον σκύλο από λοιμώδη νοσήματα μερικά εκ των οποίων είναι μεταδοτικά στον άνθρωπο (λύσσα, λεπτοσπείρωση, αναπνευστική νόσος). Έτσι όταν ένας λοιμώδης παράγοντας εισέλθει στο σώμα του ζώου και αυτό είναι εμβολιασμένο κατάλληλα τότε τα αντισώματα που έχουν ήδη παραχθεί εξαιτίας του εμβολίου αναγνωρίζουν τον μολυσματικό παράγοντα ως «ξένο σώμα» και τον καταστρέφουν. Στο παρελθόν τα εμβόλια ήταν τέτοιας φύσεως (ζωντανά) που κάτω από ορισμένες συνθήκες προκαλούσαν ελαφρά νόσο στα ζώα. Για αυτόν τον λόγο υπήρχε από παλαιά η φιλοσοφία (ιδιαίτερα μεταξύ της κοινότητας των κυνηγών) ότι καλά είναι να αποφεύγεται ο εμβολιασμός γιατί «ο σκύλος χάνει την όσφρησή του» (!). Σήμερα για να αποφευχθούν αυτές οι παρενέργειες τα μοντέρνα εμβόλια για τον σκύλο είναι είτε «νεκρά» είτε «εξασθενημένα» με αποτέλεσμα να μην προκαλούν νόσο. Ακόμα και αν χρησιμοποιηθούν σε σκύλο άρρωστο ή σε κατάσταση εγκυμοσύνης δεν προκαλούν επιδείνωση της κατάστασης του ζώου.
Ορισμένες μόνο φορές μετά τον εμβολιασμό κουταβιών μπορεί να παρουσιαστεί λίγος πυρετός ή μυικός πόνος που θα έχει ως αποτέλεσμα την παροδική μείωση της όρεξης και την πρόκληση υπνηλίας για μία ή δύο μέρες. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί σε ζώα κάθε ηλικίας αλλεργικό σοκ και έμετος όπως μπορεί να συμβεί και με όλα τα φάρμακα. Ο εμβολιασμός για να είναι αποτελεσματικός θα πρέπει να εφαρμόζεται: αποκλειστικά από κτηνίατρο, να προηγείται κλινική εξέταση του ζώου, να εκτελείται με άσηπτο τρόπο και ο συνδυασμός των εμβολίων να είναι ο κατάλληλος για την ηλικία, την φυλή, το περιβάλλον διαβίωσης και το ανοσολογικό παρελθόν του συγκεκριμένου σκύλου.
Οι σκύλοι θα πρέπει να εμβολιάζονται για: την λύσσα (υποχρεωτικά και από τον ελληνικό νόμο), την παρβοεντερίτιδα, τον ιό της ηπατίτιδας του σκύλου, την μόρβα, τη λεπτοσπείρωση και την αναπνευστική νόσο. Τα εμβόλια ξεκινούν από την ηλικία των 5 εβδομάδων, επαναλαμβάνονται κάθε 3-4 εβδομάδες έως την ηλικία των 5 μηνών και στη συνέχεια γίνονται κάθε 6 ή 12 μήνες (ανάλογα με το εμβόλιο) για το υπόλοιπο της ζωής του σκύλου. Στις παραπάνω χρονικές στιγμές ο συνδυασμός των εμβολίων που θα χορηγηθούν αποφασίζεται από τον κτηνίατρο ανάλογα με τα αποτελέσματα της όλης κλινικής εξέτασης και του ιστορικού του ζώου.
Συνηθέστερα ερωτήματα και «θολά» σημεία σχετικά με τους εμβολιασμούς
Α. Γιατί αποτυγχάνουν οι εμβολιασμοί που δεν γίνονται από κτηνίατρο;
· Γιατί δεν γίνεται το σωστό εμβόλιο στην κατάλληλη ηλικία του ζώου.
· Το εμβόλιο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και απενεργοποιείται ή εξουδετερώνεται κατά το χρονικό διάστημα που αυτό μεταφέρεται από το «μαγαζί» που αγοράστηκε έως την στιγμή που θα γίνει στο ζώο.
· Δεν τηρούνται τα μέτρα ασηψίας.
· Γίνεται σε λάθος σημείο του σώματος του σκύλου.
· Γίνεται σε ζώο που είναι άρρωστο αλλά αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από τον ιδιοκτήτη του
Β. Μπορεί ένας σκύλος να πεθάνει μετά από εμβολιασμό;
ΝΑΙ. Μπορεί να παρουσιαστεί, όπως ισχύει και με όλα τα φάρμακα που κυκλοφορούν, λίγα λεπτά μετά από τον εμβολιασμό αλλεργική αντίδραση και θανατηφόρο πνευμονικό οίδημα. Η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από κτηνίατρο. Για αυτό το λόγο τα εμβόλια πρέπει να εκτελούνται μέσα σε εξοπλισμένο κτηνιατρείο. Σκύλοι με τέτοιο ιστορικό θα πρέπει να εμβολιάζονται κανονικά αλλά νωρίτερα να ενημερώνεται ο κτηνίατρος για το γεγονός αυτό.
Γ. Τα εμβόλια θα πρέπει να είναι μικτά (πολλά εμβόλια σε ένα μπουκαλάκι) ή να γίνονται χωριστά για κάθε νόσημα ένα-ένα;
Μπορεί να γίνεται είτε με τον ένα είτε τον άλλο τρόπο. Είναι θέμα κτηνιάτρου και συνεννόησης σε οικονομικό επίπεδο.
Δ. Μπορεί να εμβολιάζονται έγκυα ζώα;
Ναι μπορεί και πρέπει αλλά σε συνεννόηση με τον κτηνίατρο και σε συγκεκριμένη φάση της εγκυμοσύνης.