Γιατί κόβουν
τόσο;
Δεν τα
χρειάζεται για να μασάει καλά την τροφή, ούτε για να αμύνεται, ούτε
για να σκοτώνει το θήραμα, ούτε για να κουβαλάει την τροφή του.
Είναι κοφτερά σαν πριόνια και αφήνουν τα ίχνη τους στα χέρια μας,
στα υφάσματα, παντού.
Δεν είναι
παράδοξο να είναι τόσο κοφτερά τα δοντάκια θηλασμού;
Τα κουτάβια γεννιούνται χωρίς δοντάκια, όπως και τα ανθρώπινα μωρά και πραγματικά δεν τους χρειάζονται τις πρώτες ημέρες ζωής, αφού το μόνο, που αναμένεται να κάνουν προκειμένου να επιβιώσουν, είναι να θηλάζουν. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η μητέρα τους.
Τα κουτάβια γεννιούνται χωρίς δοντάκια, όπως και τα ανθρώπινα μωρά και πραγματικά δεν τους χρειάζονται τις πρώτες ημέρες ζωής, αφού το μόνο, που αναμένεται να κάνουν προκειμένου να επιβιώσουν, είναι να θηλάζουν. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η μητέρα τους.
Τα πρώτα
δοντάκια (νεογιλά) εμφανίζονται, όταν τα κουτάβια είναι περίπου
τεσσάρων εβδομάδων και αρχίζουν να τα αλλάζουν σταδιακά ανάμεσα στη
14η και την 30η εβδομάδα γεννήσεως. Και μαζί τους ξεκινά διστακτικά
η περίοδος απογαλακτισμού με κάποιες πρώτες γαστρονομικές δοκιμές
και τη σταδιακή εισαγωγή στέρεων τροφών.
Εκμάθηση
έντασης δαγκώματος
Όταν αρχίζουν να φυτρώνουν τα «παιδικά» δοντάκια, το κουτάβι έχει ήδη αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν σκύλος, να περπατάει στα τέσσερα, να συγκρούεται με τα αδέλφια του, να δοκιμάζει να παίξει μαζί τους ή να κοιμηθεί αγκαλιά με κάποιο από αυτά. Όσο περισσότερο μεγαλώνει τόσο το παιχνίδι αγριεύει, τα γαβγίσματα αυξάνονται και οι κουτρουβάλες αρχίζουν να αποκτούν ένα νέο νόημα. Το παιχνίδι της πάλης και του δαγκώματος σε συνδυασμό με τα μυτερά δοντάκια μαθαίνουν στα κουτάβια πόσο δυνατά χρειάζεται να δαγκώσουν προκειμένου να προκαλέσουν πόνο και φυσικά τους μαθαίνουν τι σημαίνει πόνος στις περιπτώσεις που αποτελούν τον αποδέκτη της δαγκωματιάς. Σύμφωνα με το John Fisher (1990), ο μόνος προορισμός των κοφτερών αυτών δοντιών είναι η πρόκληση πόνου.
Όταν αρχίζουν να φυτρώνουν τα «παιδικά» δοντάκια, το κουτάβι έχει ήδη αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν σκύλος, να περπατάει στα τέσσερα, να συγκρούεται με τα αδέλφια του, να δοκιμάζει να παίξει μαζί τους ή να κοιμηθεί αγκαλιά με κάποιο από αυτά. Όσο περισσότερο μεγαλώνει τόσο το παιχνίδι αγριεύει, τα γαβγίσματα αυξάνονται και οι κουτρουβάλες αρχίζουν να αποκτούν ένα νέο νόημα. Το παιχνίδι της πάλης και του δαγκώματος σε συνδυασμό με τα μυτερά δοντάκια μαθαίνουν στα κουτάβια πόσο δυνατά χρειάζεται να δαγκώσουν προκειμένου να προκαλέσουν πόνο και φυσικά τους μαθαίνουν τι σημαίνει πόνος στις περιπτώσεις που αποτελούν τον αποδέκτη της δαγκωματιάς. Σύμφωνα με το John Fisher (1990), ο μόνος προορισμός των κοφτερών αυτών δοντιών είναι η πρόκληση πόνου.
Ο λόγος για
έναν τέτοιο ισχυρισμό είναι απλός. Την περίοδο αυτή της ζωής τους τα
δοντάκια δε χρησιμεύουν, για να σκίζουν το κρέας, ούτε για να μασάνε
κόκαλα, ούτε για να κυνηγάνε, ούτε για άλλες δραστηριότητες στις
οποίες θα χρειαστεί να συμμετάσχουν μόνο μετά την ενηλικίωση. Τα
αδύναμα, αδιαμόρφωτα ακόμα σαγόνια τους άλλωστε, δεν τους το
επιτρέπουν.
Η περίοδος
λοιπόν αυτή, αποτελεί μια καλή ευκαιρία, για να μάθουν να ελέγχουν
την ένταση της δαγκωματιάς τους. Δαγκώνοντας το αυτί ενός αδερφού
προκαλούν μια ηχητική διαμαρτυρία και τότε συνειδητοποιούν πως τους
ξέφυγε λίγο πιο δυνατή. Σε ανταπόδοση παραλαμβάνουν με τη σειρά τους
μια «κοφτερή», για να ξέρουν πώς είναι ο πόνος.
Υπενθύμιση
μητρικού ρόλου
Με το πέρασμα του καιρού η μητέρα αρχίζει να απογαλακτίζει τα κουτάβια. Η ώρα, που η μητέρα θα αποφασίσει να μειώσει το θηλασμό, εξαρτάται από το πόσο έντονο είναι το μητρικό της ένστικτο, αλλά και από το πόσο υποφέρουν οι θηλές της από τα κοφτερά κουταβίσια δόντια. Το μάθημα του απογαλακτισμού ξεκινά με ένα υπόκωφο μουγκρητό και αν το κουτάβι δε δείξει άμεση ανταπόκριση, η μάνα θα το πειθαρχήσει με ένα πιο έντονο γρύλισμα και μια κοφτή διαπεραστική ματιά. Ίσως, αν κρίνει πως χρειάζεται κάτι πιο δραστικό, να χρειαστεί να σταθεί όρθια πάνω από το κουτάβι. Αυτό, μόλις επιτέλους πάρει το μήνυμα, πέφτει ανάσκελα και σκληρίζει, παρακαλώντας για συγχώρεση. Την επόμενη φορά δε θα χρειαστεί πολλά. Με το πρώτο μουγκρητό το κουτάβι αναμένεται να ανταποκριθεί χωρίς δισταγμό ή καθυστέρηση.
Με το πέρασμα του καιρού η μητέρα αρχίζει να απογαλακτίζει τα κουτάβια. Η ώρα, που η μητέρα θα αποφασίσει να μειώσει το θηλασμό, εξαρτάται από το πόσο έντονο είναι το μητρικό της ένστικτο, αλλά και από το πόσο υποφέρουν οι θηλές της από τα κοφτερά κουταβίσια δόντια. Το μάθημα του απογαλακτισμού ξεκινά με ένα υπόκωφο μουγκρητό και αν το κουτάβι δε δείξει άμεση ανταπόκριση, η μάνα θα το πειθαρχήσει με ένα πιο έντονο γρύλισμα και μια κοφτή διαπεραστική ματιά. Ίσως, αν κρίνει πως χρειάζεται κάτι πιο δραστικό, να χρειαστεί να σταθεί όρθια πάνω από το κουτάβι. Αυτό, μόλις επιτέλους πάρει το μήνυμα, πέφτει ανάσκελα και σκληρίζει, παρακαλώντας για συγχώρεση. Την επόμενη φορά δε θα χρειαστεί πολλά. Με το πρώτο μουγκρητό το κουτάβι αναμένεται να ανταποκριθεί χωρίς δισταγμό ή καθυστέρηση.
Σκυλίσιοι
κανόνες
Λίγο το ένστικτο, λίγο ο πόνος από τα δόντια και η μάνα έχει δώσει στο κουτάβι ένα σημαντικό μάθημα σκυλίσιας κοινωνικοποίησης, μέσω του απογαλακτισμού, προσφέροντάς του τις πρώτες σκυλίσιες «λέξεις». Παρότι η περίοδος αυτή υπάρχει κυρίως για να μάθει το κουτάβι να ρυθμίζει τη δύναμη της δαγκωματιάς του, ταυτόχρονα είναι μια καλή ευκαιρία, για να πάρει τα πρώτα μαθήματα του σκυλίσιου κώδικα. Έτσι, η μάνα σκύλα εισάγει κυριαρχικές συμπεριφορές, στις οποίες το κουτάβι αναμένεται να υποχωρήσει ως πιο αδύναμο στον αγώνα του για την… επιβίωση: το απειλητικό γρύλισμα – μάλωμα, το διαπεραστικό βλέμμα – κατάματα, η κυριαρχική τοποθέτηση του σώματος πάνω από τον αδύναμο. Πρόκειται για το δίκαιο του δυνατότερου και όσο νωρίτερα το κατανοήσει το κουτάβι τόσο καλύτερα θα αποφεύγει τους σκυλοκαβγάδες και στο μέλλον.
Λίγο το ένστικτο, λίγο ο πόνος από τα δόντια και η μάνα έχει δώσει στο κουτάβι ένα σημαντικό μάθημα σκυλίσιας κοινωνικοποίησης, μέσω του απογαλακτισμού, προσφέροντάς του τις πρώτες σκυλίσιες «λέξεις». Παρότι η περίοδος αυτή υπάρχει κυρίως για να μάθει το κουτάβι να ρυθμίζει τη δύναμη της δαγκωματιάς του, ταυτόχρονα είναι μια καλή ευκαιρία, για να πάρει τα πρώτα μαθήματα του σκυλίσιου κώδικα. Έτσι, η μάνα σκύλα εισάγει κυριαρχικές συμπεριφορές, στις οποίες το κουτάβι αναμένεται να υποχωρήσει ως πιο αδύναμο στον αγώνα του για την… επιβίωση: το απειλητικό γρύλισμα – μάλωμα, το διαπεραστικό βλέμμα – κατάματα, η κυριαρχική τοποθέτηση του σώματος πάνω από τον αδύναμο. Πρόκειται για το δίκαιο του δυνατότερου και όσο νωρίτερα το κατανοήσει το κουτάβι τόσο καλύτερα θα αποφεύγει τους σκυλοκαβγάδες και στο μέλλον.
Πότε να
πάρουμε το κουτάβι σπίτι;
Η γνώση των παραπάνω μας βοηθά να κατανοήσουμε για ποιο λόγο βιβλία, εκτροφείς και εκπαιδευτές επιμένουν να μη χωρίζουμε τα κουτάβια από τη μητέρα τους και την υπόλοιπη γέννα, πριν κλείσουν τους δύο μήνες ζωής. Αξίζει μάλιστα να κάνουμε υπομονή, μέχρι να γίνουν τριών μηνών, πριν τα πάρουμε σπίτι, εάν μας δίνεται αυτή η ευκαιρία και εάν το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν είναι αντίστοιχο με εκείνο που θα τα έχουμε εμείς. Όσο περισσότερο παραμείνουν τα κουτάβια με τη μητέρα και τα αδέλφια τους τόσο περισσότερα θα μάθουν για τους σκυλίσιους αποδεκτούς τρόπους συμπεριφοράς (ενώ ταυτόχρονα γλιτώνουν τα χέρια μας και το σπίτι μας από την καταπόνηση των νεογιλών αιχμηρών δοντιών).
Η γνώση των παραπάνω μας βοηθά να κατανοήσουμε για ποιο λόγο βιβλία, εκτροφείς και εκπαιδευτές επιμένουν να μη χωρίζουμε τα κουτάβια από τη μητέρα τους και την υπόλοιπη γέννα, πριν κλείσουν τους δύο μήνες ζωής. Αξίζει μάλιστα να κάνουμε υπομονή, μέχρι να γίνουν τριών μηνών, πριν τα πάρουμε σπίτι, εάν μας δίνεται αυτή η ευκαιρία και εάν το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν είναι αντίστοιχο με εκείνο που θα τα έχουμε εμείς. Όσο περισσότερο παραμείνουν τα κουτάβια με τη μητέρα και τα αδέλφια τους τόσο περισσότερα θα μάθουν για τους σκυλίσιους αποδεκτούς τρόπους συμπεριφοράς (ενώ ταυτόχρονα γλιτώνουν τα χέρια μας και το σπίτι μας από την καταπόνηση των νεογιλών αιχμηρών δοντιών).
Μεγαλώνοντας,
τα κουτάβια αυτά θα είναι καλύτερα κοινωνικοποιημένα με άλλα ζώα πιο
ισορροπημένα, πιο σίγουρα για τον εαυτό τους και θα αποφεύγουν
ανώφελα, ανεξέλεγκτα δαγκώματα. Από την άλλη, εάν στο ίδιο διάστημα
δε λαμβάνουν τις πρώτες συνεδρίες ανθρώπινης επαφής, τότε στερούνται
ένα άλλο εξίσου σημαντικό μάθημα.
Κουτάβια από
pet shop: Δεν έχει νόημα να αφήνουμε ένα κουτάβι στη βιτρίνα του pet
shop να ολοκληρώσει τους δύο μήνες ζωής, πριν το πάρουμε σπίτι. Η
επιλογή μεγαλύτερων (σε ηλικία) κουταβιών από καταστήματα σε καμία
περίπτωση δεν εξασφαλίζει ότι το ζωάκι πέρασε τους πρώτους δύο μήνες
με τη μητέρα και τα αδέλφια του. Κάθε άλλο μάλιστα, αφού πιθανότατα
παρέμεινε περισσότερο στο κλουβί από ένα νεότερο ζώο και μάλιστα
μόνο του για μια από τις πιο καθοριστικές για τη διαμόρφωση του
χαρακτήρα του περιόδους. Φτάνοντας στο σπίτι θα έχει άγνοια της
ρύθμισης πόνου και απωθημένο να μασουλάει ανεξέλεγκτα. Θα πρέπει
δηλαδή εμείς να παίξουμε το ρόλο της μάνας και μάλιστα με
καθυστέρηση (θα έχει χάσει τάξη) την ίδια περίοδο, που θα πρέπει να
του μάθουμε τα πάντα για την εξοικείωσή του με την ανθρώπινη
κοινωνία.
Για αυτό είναι
πολύ σημαντικό:
α) Να γνωρίζουμε τα πάντα για τις συνθήκες, που μεγάλωσε το κουτάβι μας, πριν αποφασίσουμε να το επιλέξουμε, ιδιαίτερα όταν σκεφτόμαστε να πάρουμε ένα σκύλο φύλαξης.
α) Να γνωρίζουμε τα πάντα για τις συνθήκες, που μεγάλωσε το κουτάβι μας, πριν αποφασίσουμε να το επιλέξουμε, ιδιαίτερα όταν σκεφτόμαστε να πάρουμε ένα σκύλο φύλαξης.
β) Να
προτιμούμε ζώα, που μεγάλωσαν σε ισορροπημένο οικογενειακό
περιβάλλον κοντά στη μάνα και στα αδέρφια σε ένα έμπειρο εκτροφείο ή
στο σπίτι ενός έμπειρου φιλόζωου.
Τα σκυλάκια
των σκουπιδιών: Είναι και αυτά σημαντικό να παραμένουν με τα
αδερφάκια τους, όσο γίνεται περισσότερο – ή έστω με άλλα κουτάβια.
Επίσης, μια ανάδοχη μαμά (ή μπαμπάς) – ένα καλά κοινωνικοποιημένο,
υπομονετικό, πράο σκυλί - θα αποδειχτεί πολύτιμο για τα πρώτα
μαθήματα του σκυλίσιου κώδικα επικοινωνίας.
Από τη Κλέα
Μοριανού